Youtube

Youtube
Βρείτε το κανάλι μας στην ψηφιακή πλατφόρμα youtube.

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2015

31 Μαρτίου, παρουσιάζουμε με τον Μάνο Στεφανίδη το βιβλίο του Νίκου Κακαδιάρη "Σφετεριστές και Τέχνη, η ζωγραφική τον 10ο αιώνα στο Βυζάντιο"




Ο χώρος πολιτικής και πολιτισμού Ρήγας Βελεστινλής παρουσιάζει την Τρίτη 31 Μαρτίου στις 19:30 το βιβλίο τουΝίκου Κακαδιάρη
«Σφετεριστές και Τέχνη, η ζωγραφική τον 10ο αιώνα 
στο Βυζάντιο»
Το βιβλίο θα παρουσιάσουν οι:
Μάνος Στεφανίδης, Ιστορικός και κριτικός τέχνης
Σπύρος Κουτρούλης, συγγραφέας
και ο συγγραφέας του βιβλίου
στον χώρο πολιτικής & πολιτισμού Ρήγας Βελεστινλής, Ξενοφώντος 4, πλ. Συντάγματος



ΡΗΞΗ φ.113

Ο συγγραφέας είναι ζωγράφος και ποιητής, δηλαδή διακονεί την τέχνη με τρόπο σύνθετο. Το θέμα του βιβλίου του είναι η ζωγραφική σε μια από τις πιο λαμπρές περιόδους του Βυζαντίου, την εποχή της Μακεδονικής αναγέννησης.
Ο τρόπος που προσεγγίζεται το αντικείμενο είναι ολιστικός, δηλαδή με λογισμό, με όνειρο ακόμη και φαντασία. Ο λογισμός χρησιμεύει για να αναπλαστούν με ιστορική ακρίβεια τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν όσο και οι κοινωνικές σχέσεις που επικράτησαν. Το όνειρο και η φαντασία μας επιτρέπουν να συμμετάσχουμε άρτια ως υπάρξεις, σε μια κρίσιμη εποχή, όσο  και να αξιολογήσουμε την τέχνη του Βυζαντίου, δηλαδή του μεσαιωνικού ελληνισμού. Ειδικά ως προς τις άγιες εικόνες, επειδή ο Ν.Κακαδιάρης, έχει βαδίσει σε μία μακρά και επίπονη πορεία στην τέχνη της ζωγραφικής, είναι ένας άριστος δάσκαλος για να κατανοήσουμε με εγκυρότητα την σημασία τους.
Στις τελευταίες φράσεις του βιβλίου αποκαλύπτεται   ότι η βυζαντινή τέχνη είναι με τον τρόπο της μοντέρνα, για την ακρίβεια έχει την ίδια νοοτροπία με την μοντέρνα: "η βυζαντινή τέχνη αποδείχτηκε δημιουργική παρεμβαίνοντας στην καθημερινή ζωή, με τη δημιουργία, - εκτός των θρησκευτικών- και κοσμικών έργων...Διαπιστώνεται λοιπόν ότι το πλαίσιο της βυζαντινής τέχνης βρίσκεται στο αίσθημα και στο πνεύμα κι όχι στο ανθρώπινο ρεαλιστικό υπόβαθρο της ελληνικής αρχαιότητας. Αναδεικνύεται τέχνη υπέρ-λογική, όπως και η τέχνη των σουρεαλιστών που χρησιμοποιούν  το μετά-νοητό στοιχείο" (σελ.156).
 Η εισαγωγή του Ν.Κ. περιέχει πολλές  εύστοχες σκέψεις. Για παράδειγμα η επισήμανση του "η βυζαντινή κοινωνία, παρά την επικοινωνία που είχε με τη συναλληλία των τάξεων, ήταν μια κοινωνία ανοιχτή, χωρίς στεγανά και διακρινόταν παράλληλα για την ατομικότητά της"(σελ.9) αποτελεί μια ευθεία απάντηση στους όψιμους ισχυρισμούς ότι στον μεσαιωνικό ελληνισμό δεν υπήρχε ατομικότητα. Βεβαίως άτομα όχι απομονωμένα αλλά ενταγμένα σε κοινότητες και διάφορες συσσωματώσεις  όπως οι διάφορες συντεχνίες υπήρχαν. Υπήρχαν όμως και διαφόρων μορφών ανταγωνισμοί όχι μόνο για την άνοδο στην αυτοκρατορική εξουσία, αλλά και μεταξύ των κοινωνικών ομάδων με χαρακτηριστικότερη ανάμεσα στους αγρότες και στους Δυνατούς. Είναι σημαντικό όπως επισημαίνει ο συγγραφέας ότι η επιθυμία για διάκριση του υποκειμένου φαίνεται στην τάση των ζωγράφων, ήδη από τον 10ο αιώνα να υπογράφουν πλέον  τα έργα τους. Η τέχνη τους  παρότι θεμελιώνεται στο αίσθημα και στην σπουδή του ιερού, έχει και κοσμική πλευρά.
Ο Ν.Κ. περιγράφει την λαμπρότητα και την ακμή της Πόλης, την συμβολή της στην διάσωση και στην αναπαραγωγή των αρχαιοελληνικών χειρογράφων και στην ανάδειξη του βυζαντινού πολιτισμού ως προτύπου για πολλούς άλλους λαούς της εποχής εκείνης. Όπως επισημαίνει « υπήρξε το χωνευτήρι των λαών. Αφομοίωνε όλα τα διαφορετικά φύλα και όλες τις εθνότητες με τη βοήθεια της ελληνικής γλώσσας που χρησιμοποιούσαν στην καθημερινότητα, στις συναλλαγές του εμπορίου, στη διοίκηση αλλά και στην Εκκλησία »(σελ.27). Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι οι περισσότεροι στοχαστές είναι μοναχοί. Όσον αφορά την ιδιοσυστασία του, ο συγγραφέας, τονίζει ότι ήδη από τον 7ο αιώνα καθιερώνεται η ελληνική ως επίσημη γλώσσα, ενώ ο πατριάρχης «Φώτιος διαχωρίζει τους Έλληνες ορθόδοξους χριστιανούς από άλλους λαούς»(σελ. 39). Όσον αφορά τους νομικούς κανόνες σημαντικό είναι το «επαρχιακό βιβλίο»  της εποχής του Λέοντα Στ’ του Σοφού στις αρχές του 10ου αιώνα, ενώ η παρουσία του κράτους είναι ενεργή και έντονη ώστε να προστατεύει τον λαό και τις συντεχνίες από τους Δυνατούς (Νεαρές Ρωμανού Λεκαπηνού  του 922 και του 928).
Ο συγγραφέας επίσης τονίζει ότι ενώ όλοι   οι αυτοκράτορες της μακεδονικής δυναστείας υπήρξαν σφετεριστές  του θρόνου, και στην ιδιωτική τους ζωή τους για πολλά μπορούν να επικριθούν, επέτυχαν σημαντικές νίκες κατά των εχθρών  κυβέρνησαν με σύνεση, με αγάπη προς τον λαό  και αποτελεσματικότητα. Ο Κωνσταντίνος Ζ’ Πορφυρογέννητος που ουσιαστικά ποτέ δεν βρήκε τίποτε γοητευτικό στην εξουσία και την είχε παραχωρήσει ώστε να είναι απερίσπαστος στα πνευματικά του ενδιαφέροντα. Δημιούργησε μια μεγάλη βιβλιοθήκη  που διέσωζε την αρχαιοελληνική  γραμματεία, υπήρξε πολύγραφος συγγραφέας και συνέβαλε στην εγκυκλοπαίδεια Σουίδα .  Η λάμψη της τελευταίας την ίδια εποχή δυναμώνει, πολλές βιβλιοθήκες δημιουργούνται, μάλιστα από κληρικούς και μοναχούς , γεγονός που συντελεί στην ανάπτυξη των επιστημών όπως της ανατομία και της ιατρικής, της αρχιτεκτονικής, της φιλοσοφίας, του δικαίου  αλλά και της χρηματικής οικονομίας. Η ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας ακολουθείται από την ανάπτυξη της κοινωνικής φροντίδας με την δημιουργία νοσοκομείων, γηροκομείων και πτωχοκομείων
Το Βυζάντιο θα δεχθεί δύο μεγάλα κτυπήματα :το 1204 από τους Σταυροφόρους και το 1453 από τους Οθωμανούς οι οποίοι κατέστρεψαν σημαντικούς ναούς όπως των Αγίων Αποστόλων, ενώ εξαφάνισαν τα λείψανα των αγίων και των αυτοκρατόρων ώστε να χαθεί η μνήμη του         Βυζαντίου, από την ιστορία.
Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου καταλαμβάνει η αναφορά στην βυζαντινή ζωγραφική. Πρόκειται για την πιο σημαντική συμβολή του Ν.Κ και αυτό εξηγείται από την πολύχρονη  θητεία του στην ζωγραφική. Οι αναλύσεις  του για τις διάφορες εικόνες και ναούς, ειδικά αυτές που περιέχονται στο τελευταίο τμήμα και πρόκειται  για εικόνες χειρογράφων είναι σημαντικές και εξαιρετικά χρήσιμες τόσο στον ειδικό της τέχνης όσο και στον αναγνώστη που προσεγγίζει για πρώτη φορά την βυζαντινή τέχνη. Ο Ν.Κ θεωρεί ότι δημιούργησε παγκόσμια αριστουργήματα, που έστρωσαν τον δρόμο στην Αναγέννηση, που κάποιοι από αυτή, όπως ο Τζιόττο να χαρακτηριστούν από τον Κ.Ντήλ ως βυζαντινοί καλλιτέχνες. Καταλήγει μάλιστα στο συμπέρασμα «αν και υπηρέτησε βασικά την Εκκλησία και δέχτηκε την επίδραση της μεταφυσικής Ανατολής με υπόβαθρο το μοναστικό πάθος και τη λιτότητα, εν τούτοις, κατόρθωσε να συγκεράσει  αυτές τις δύο τάσεις σε μια πρωτότυπη μορφή. Καθαρότητα του ορθού λόγου και μεταφυσική αλληλοσυμπληρώθηκαν ώστε η τέχνη αυτή να παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της μεγαλοφυίας  ενός λαού κι όχι την κατακερματισμένη εικόνα του μωσαϊκού των λαών που συνείχαν και διαβίωναν στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία»(σελ154).
Το έργο του Ν.Κ είναι πυκνό νοημάτων, σέβεται τα ιστορικά γεγονότα, τα αναπλάθει με ακρίβεια, ενώ ως ιστορικός και υπηρέτης της τέχνης  προσεγγίζει την βυζαντινή τέχνη με αισθαντικότητα, αλλά και με την αναγκαία απόσταση  ώστε ο λόγος του να μην χειραγωγείται από ιδεοληψίες ή τις αναγκαιότητες της εκάστοτε συγκυρίας.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου